εκμηδενισμός

εκμηδενισμός
ο
εκμηδένιση (βλ. λ.).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εκμηδενισμός — ο η εκμηδένιση …   Dictionary of Greek

  • εξουδενισμός — ο (AM ἐξουδενισμός) εκμηδενισμός, βαθιά περιφρόνηση …   Dictionary of Greek

  • κουρέλιασμα — το [κουρελιάζω] 1. σχίσιμο υφάσματος σε μικρά κομμάτια 2. ψυχικός εκμηδενισμός κάποιου, εξευτελισμός, καταρράκωση …   Dictionary of Greek

  • ουδένωσις — οὐδένωσις, ἡ (Α) [ουδενώ] εκμηδενισμός, εξουθένωση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”